Ο κ. Nicolson είναι ένας Άγγλος συγγραφέας που γράφει για την ιστορία, το τοπίο, την μεγάλη λογοτεχνία και τη θάλασσα. Το τελευταίο του βιβλίο είναι “Πώς να Είσαι: Μαθήματα Ζωής από τους Πρώιμους Έλληνες”. Πριν από λίγα χρόνια, η σύζυγός μου, η Sarah, και εγώ πήγαμε σε ένα ταξίδι με ιστιοπλοϊκό στο ανατολικό Αιγαίο. Ήταν παράδεισος: Εμείς οι δύο στη θάλασσα, χαρτογραφώντας μια διαδρομή μεταξύ των ελληνικών νησιών και της ακτής της Τουρκίας, παίρνοντας σειρά στο τιμόνι του σκάφους και κοιμόμαστε κάτω, περιτριγυρισμένοι από όλο το λαμπερό μπλε της θάλασσας1.
Καθώς πηδούσαμε από λιμάνι σε λιμάνι, δεν μπορούσα να μην παρατηρήσω ότι τα ονόματα πολλών από τα μέρη που περνούσαμε μου ήταν γνωστά, καθώς τα είχα συναντήσει στη δουλειά μου ως ιστορικός. Τριάντα ή σαράντα μίλια νότια από το σκάφος μας ήταν η Μίλητος, η γενέτειρα κάποιων από τους πρώτους καταγεγραμμένους θεωρητικούς του φυσικού κόσμου. Είκοσι μίλια στα ανατολικά στην Έφεσο ήταν το σπίτι του Ηράκλειτου, του πρώτου προσώπου των αντανακλάσεων του στην αλληλεπίδραση των πραγμάτων που έχουν φτάσει σε εμάς1.
Στην άλλη πλευρά μιας κοντινής χερσονήσου, μόλις 70 μίλια μακριά, ήταν η Λέσβος, το νησί της Σαπφούς και του Αλκαίου, των μεγαλύτερων πρώιμων λυρικών ποιητών. Νότια στη Σάμο ήταν η γενέτειρα του Πυθαγόρα, ενός πρώιμου θεωρητικού μιας αιώνιας ψυχής. Με εντυπωσίασε το γεγονός ότι δεν ήταν τόσο μακριά από την άποψη του πιλοτηρίου του μικρού μας σκάφους ήταν η ολόκληρη επαρχία στην οποία η ελληνική φιλοσοφία είχε ξεκινήσει. Αυτές οι γκρίζο-μπλε μάζες νησιού και ηπειρωτικής χώρας κρύβουν μέσα τους τις πόλεις των σκεπτόμενων1.
Εκεί, πλεύοντας στο νερό, άρχισα να αναρωτιέμαι για τη σχέση των μερών και των ιδεών – πώς τα μέρη μπορούν να ανοίξουν τον τρόπο που σκεφτόμαστε και νιώθουμε, και να δώσουν πρόσβαση σε μυαλά, όσο απομακρυσμένα και παράξενα κι αν είναι. Συνειδητοποίησα τότε ότι η φιλοσοφία έχει μια γεωγραφία. Να βρίσκεσαι στα μέρη που ήξεραν αυτοί οι σκεπτόμενοι, να επισκέπτεσαι τις πόλεις τους, να πλέεις τις θάλασσές τους και να βρίσκεις τα τοπία τους σημαίνει να γνωρίζεις κάτι γι’ αυτούς που δεν μπορεί να βρεθεί αλλού1.